Ένας γιατρός σε ένα νοσοκομείο, έχει 5 ασθενείς που χρειάζονται ο καθένας διαφορετικά όργανα το επόμενο 24ωρο για να ζήσουν. Μπορεί να θυσιάσει έναν υγιή άνθρωπο για να σώσει 5 ζωές; Εσύ τι θα έκανες στη θέση του;
Αν ένας από τους 5 ασθενείς ήταν το παιδί σου ή ο άνθρωπός σου; Θα αποφάσιζες και πάλι το ίδιο; Θα θυσίαζες το παιδί σου ή τον άνθρωπό σου για να ζήσουν 5 άγνωστοι;
Ένα τραμ που έχει χάσει τον έλεγχο κατευθύνεται ανεξέλεγκτα πάνω στις ράγες όπου σύντομα θα πατήσει 5 ανθρώπους που είναι δεμένοι πάνω σε αυτές. Υπάρχει η δυνατότητα να στρίψεις το τραμ και να το κατευθύνεις πάνω σε άλλες ράγες όπου είναι δεμένος ένας άνθρωπος. Θα το έστριβες; Αν ο άνθρωπος αυτός ήταν το παιδί σου θα το έστριβες πάλι;
Μια άλλη ερώτηση: Αν έβρισκες μπροστά σου έναν άνδρα τέτοιου σωματικού όγκου που θα μπορούσε να σταματήσει το τραμ, αν τον έσπρωχνες μπροστά στο όχημα, θα τον έριχνες στις ράγες;
Στο βιβλίο “Ο Μανδαρίνος” που έγραψε το 1880 ο Πορτογάλος José Maria Eça de Queiroz, κεντρικός ήρωας είναι ο Teodoro. Αυτός συναντά μια μέρα τον διάβολο ο οποίος του θέτει ένα παρόμοιο ερώτημα:
“…Στα βάθη της Κίνας υπάρχει ένας μανδαρίνος πιο πλούσιος από τους βασιλιάδες όλους. Εσύ δεν ξέρεις γι’ αυτόν τίποτα, ούτε το όνομά του ούτε τη θωριά του. Για να κληρονομήσεις τα αμέτρητα πλούτη του αρκεί να χτυπήσεις ένα κουδούνι βαλμένο δίπλα σου, σε ένα βιβλίο πάνω. Θα βγάλει μόνο ένα στεναγμό εδώ, στα σύνορα με τη Μογγολία. Και θα έχει μετατραπεί σε πτώμα, κι εσύ θα βρεις στα πόδια σου χρυσάφι πιο πολύ από όσο δύναται να ονειρευτεί ένας άπληστος. Εσύ που με διαβάζεις και είσαι άνθρωπος θνητός, εσύ θα το χτυπήσεις αυτό το κουδούνι;…”
Το 1950 στη συλλογή “Το νερό της βροχής” υπάρχει ένα διήγημα του Καραγάτση με τίτλο… “Το Κουμπί του Μανταρίνου”! Ο ήρωας του διηγήματος, ο Δημητράκης, έχει με έναν φίλο του τον παρακάτω διάλογο:
“…Αν σου έλεγαν, Δημητράκη μου, πως άμα πατήσεις αυτό εδώ το κουμπί, θα πεθάνει στην Κίνα ένας Μανταρίνος; Κι όλα τα πλούτη του θα τα κληρονομήσεις, δίχως να μαθευτεί πως εσύ τον σκότωσες; Τι θα ‘κανες; Θα το πατούσες το κουμπί;…”
Το 1958 στην ταινία “Μια Ζωή Την Έχουμε” ο Τζαβέλλας εισάγει στο σενάριό του, ένα παρόμοιο ηθικό δίλημμα:
“Μανώλης: Αν σου πουν ότι τώρα, εδώ στην Αθήνα, θα πατήσεις ένα κουμπί και την ίδια στιγμή στα βάθη της Κίνας θα πεθάνουν τρεις χιλιάδες μανδαρίνοι. Αλλά εσύ θα γίνεις πάμπλουτος! Το πατάς το κουμπί?
Κλέων: Τρεις χιλιάδες μανδαρίνοι στα βάθη της Κίνας…
Μανώλης: Κίτρινοι, σαν τις χρυσές λίρες!
Κλέων: Πες τρεισήμισι, κάθε μανδαρίνος και λίρα… και πάλι θα το σκεφτόμουνα”.
***Διήγημα – Ο τίμιος είναι υπόλογος απέναντι στη συνείδησή του και μόνο
Αθήνα, 10 Οκτωβρίου 1940
Όσο πλησίαζα σπίτι το βήμα μου γινόταν όλο και πιο γρήγορο. Σκεφτόμουν ότι δεν μπορώ να χαρώ καμία βόλτα, όσο εκείνη θα με περιμένει ανήμπορη να γυρίσω…Βγήκα για μια ώρα, το μυαλό μου όμως ήταν σπίτι καθ’ όλη την διάρκεια της βόλτας.
Ξεκλείδωσα την πόρτα και μπήκα κατευθείαν στο δωμάτιο της. Πως είσαι; Την ρώτησα όταν διαπίστωσα ότι ήταν ξύπνια. Δεν απάντησε, αλλά άφησε έναν μικρό αναστεναγμό να της ξεφύγει. Βγήκα και πήγα στην κουζίνα να ζεστάνω την σούπα της.
Έφαγε περισσότερο από χθες και ο πυρετός της σήμερα ήταν κοντά στο 38. Πάει καλύτερα σκέφτηκα…Της γέμισα το ποτήρι με το νερό της και βγήκα από το δωμάτιο να την αφήσω να κοιμηθεί.
Λίγα λεπτά αργότερα θα μου χτυπήσει την πόρτα ο αδερφός της, ο Παπά-Νίκος. Ήταν μόνο δυο χρόνια μικρότερος από την μητέρα μου, αλλά η κατάσταση της υγείας του ήταν σαφώς καλύτερη.
Σχετικά Κείμενα
– Πως πάει, η μάνα σου, έφαγε τίποτε;
– Κάποιες μέρες πιστεύω ότι τα πηγαίνει καλύτερα από άλλες, είναι όμως εξαντλημένη.
– Έχει δύσκολο αγώνα μπροστά της….
– Ξέρεις, ήθελα να σε ρωτήσω κάτι.
– Ότι θες παιδί μου. Πες μου.
– Όπως θα ξέρεις φαντάζομαι, η κατάσταση πια με τους Ιταλούς καθημερινά γίνεται και πιο δύσκολη. Θα πολεμήσουμε, δεν έχουμε άλλη επιλογή!
– Έτσι φαίνεται!
– Ξέρεις σκέφτομαι…δεν μπορώ να κάθομαι εδώ άπραγος…Η πατρίδα μου με χρειάζεται…το ίδιο όμως και η μητέρα μου…έχω τρελαθεί…δεν ξέρω τι να κάνω…
– Το να αφαιρείς ανθρώπινες ζωές, σε οποιαδήποτε συνθήκη είναι βαθιά αντιχριστιανική πράξη παιδί μου. Από την άλλη δεν γνωρίζω τίποτε πιο ιερό από την μητρότητα. Η θέση σου είναι δίπλα στην μητέρα σου, χωρίς εσένα εκείνη δεν θα τα καταφέρει. Μόνο εσένα έχει!
Τα λόγια του παπά μου φάνηκαν λογικά. Όλο το βράδυ όμως πάλευα να συμφιλιωθώ με την ιδέα. Το να μείνω με την μητέρα μου έμοιαζε το πιο ηθικό. Την επόμενη μέρα, πέρασε από το σπίτι και ο μεγαλύτερος αδερφός του πατέρα μου. Ο Κωνσταντίνος Βάκρος ήταν απόστρατος αξιωματικός πια και αν και κόντευε τα 60 ήταν σε εξαιρετική κατάσταση.
Η μητέρα μου κοιμόταν, ταλαιπωρημένη και εξαντλημένη από τον πυρετό που δεν έλεγε να κατέβει σήμερα από το 39, και έτσι κάθισε μαζί μου στο σαλόνι
– Τι κάνεις παιδί μου, πως περνάς;
– Καλά είμαι θείε, προσπαθώ να βοηθήσω όσο μπορώ.
– Και βοηθάς παιδί μου, χωρίς εσένα δεν θα είχε καμία ελπίδα!
– Ξέρεις θείε μου σκέφτομαι…η κατάσταση πια με τους Ιταλούς είναι δύσκολη…δεν μπορώ να κάθομαι εδώ άπραγος…Η πατρίδα μου με χρειάζεται…
Ο Θείος μου τινάχτηκε όρθιος, περπάτησε για λίγο σκεφτικός γύρω από το δωμάτιο και έπειτα με αποφασιστικό τόνο μου απάντησε:
– Ο πατέρας σου πολέμησε και πέθανε για την Πατρίδα, εγώ όσες φορές μου έχει ζητηθεί, έχω δώσει και το αίμα μου. Δεν υπάρχει τίποτε πιο σημαντικό από την Ελευθερία! Και αυτή δυστυχώς πολλές φορές απαιτεί από μας τις μεγαλύτερες θυσίες. Το καθήκον σου απέναντι στον Πατέρα σου, την ιστορία και την Πατρίδα μας σε περιμένουν και δυστυχώς δεν μπορείς να το αγνοήσεις!
Αφού σταμάτησε να μιλάει, έσκυψε τρυφερά πάνω μου, με φίλησε το μέτωπο και αποχώρησε. Εγώ όλο το βράδυ δεν έκλεισα μάτι. Έπρεπε να αποφασίσω ποιος είχε δίκιο! Ο Παπάς ή ο Στρατιωτικός; Το πιο παράλογο ήταν ότι όταν τους άκουγα να μιλούν είχα συμφωνήσει και με τους δύο…
Υπάρχει άραγε κάποια ζυγαριά σκεφτόμουν. Να βάλω από την μια μεριά την ηθική υποχρέωση απέναντι στην άρρωστη μητέρα μου και από την άλλη την ηθική υποχρέωση απέναντι στην Πατρίδα μου, να δω ποια βαραίνει περισσότερο!
Μπορώ να προδώσω την άρρωστη μητέρα μου για την Ελευθερία και την Πατρίδα; Με αυτές τις σκέψεις έπεσα για ύπνο εξαντλημένος. Το όνειρο που είδα, δεν θα μπορούσε να μην είναι και αυτό περίεργο.
Περπατούσα σε μια παραλία ερημική, όταν ξαφνικά από την αντίθετη κατεύθυνση είδα να έρχονται κρατώντας πανό και σημαίες εκατοντάδες άνθρωποι. Χωρίς να ξέρω αν είναι εχθροί μου άρχισα να τρέχω προς την αντίθετη κατεύθυνση όπου σύντομα συνάντησα μια άλλη ομάδα ανθρώπων που κρατούσαν στα χέρια τους σταυρούς και κεριά. Και από αυτούς άρχισα να τρέχω μακριά.
Τελικά βρέθηκα σε ένα απομονωμένο σημείο της παραλίας, ένα εντελώς ερημικό σημείο στο οποίο φαινόταν να μην υπάρχε κανείς, και αμέσως αισθάνθηκα ασφάλεια.
Η θάλασσα είχε άγριες διαθέσεις και τα κύματα έφταναν αρκετά μέτρα μέσα και αρκετές φορές μου έβρεχαν τα πόδια. Πάνω στην άμμο, με μεγάλα γράμματα, κάποιος είχε χαράξει μια φράση. Γεμάτος περιέργεια πήρα τον φακό που κράταγα γιατί είχε βραδιάσει και προσπάθησα να διαβάσω το μήνυμα από τον άγνωστο αποστολέα.
“…Ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος…”
Έμεινα ακίνητος να το διαβάζω ξανά και ξανά…Τελικά ξύπνησα ιδρωμένος όταν τα κύματα ήδη από ώρα είχαν σβήσει την φράση…
Πηγές: Φιλίπα Φουτ – πρόβλημα του τραμ, The Good Place – Netflix, José Maria Eça de Queiroz – O Mandarim, Το νερό της βροχής – Μ. Καραγάτσης. Όλο το διήγημα – “Ο τίμιος είναι υπόλογος απέναντι στη συνείδησή του και μόνο” είναι μια παραλλαγή ενός πολύ γνωστού διηγήματος του Σαρτρ.
BONUS: Good Place Trolley Problem