Γιατί τα καψουροτράγουδα είναι στο dna μας και πώς μπορούμε να κατηγορήσουμε τον Σεφέρη γι’ αυτό!

Μια εντελώς αιρετική προσέγγιση από τον Καζαντζάκη στη Νατάσα Θεοδωρίδου!
Σηκώθηκα και προτού φτιάξω καφέ, άνοιξα τον υπολογιστή μου και μπήκα στο youtube.
Πληκτρολόγησα “Ανήσυχος Καιρός”.
Σε λιγότερο από έξι μήνες το κομμάτι είχε κάνει κάτι παραπάνω από 3 εκατ. προβολές.
Καθόλου άσχημα για τη Νατάσα Θεοδωρίδου, σκέφτηκα.
Όταν το είχα ακούσει πρώτη φορά, ο στίχος μου είχε φανεί υπερβολικός.
Η Νατάσα, έχοντας συνδέσει το όνομά της με πολλά τραγούδια πόνου, όπως η “Κόκκινη γραμμή”, τελικά καταλήγει στην υπερβολή για να κάνει τη διαφορά, είχα σκεφτεί.
Παραθέτω απόσπασμα από τους στίχους:
“…Φύλλα ξερά, δέντρα σπασμένα, τα χείλη πικρά
Λόγος λυγμού, το απερίγραπτο του χωρισμού
Κοιτάς τα φωτισμένα τρένα, διαλέγεις ένα, με παρατάς
Η απουσία προδοσία σαν αδικία, δε μ’ αγαπάς
Λόγος λυγμού, το απερίγραπτο του χωρισμού…”
Δεν απομακρύνομαι και πάλι από την αρχική μου σκέψη.
Ο λυρισμός του στιχουργού είναι σε πολλά σημεία υπερβολικός.
Η δεύτερη σκέψη που κάνω είναι ότι στη χώρα μου δεν ενοχλεί ο υπερβολικός λυρισμός.
Αντιγράφω από παλιότερη ανάρτησή μου:
“…Ο λυρισμός και ο έρωτας, κληρονομιά στην Ελλάδα από τον Καζαντζάκη και τους μεγάλους ποιητές, που τον διαδέχτηκαν οι Σεφέρης, Ρίτσος και Ελύτης και που σήμερα κατέληξε στη λογοτεχνία τύπου “Άρλεκιν”, βρίσκεται σαν θέμα στις λίστες “Αποδοχής” ψηλότερα από ποτέ…”
Ας το αναλύσουμε λίγο παραπάνω.
Ο Νίκος Καζαντζάκης, ο μεγαλύτερος ίσως ‘Έλληνας μυθιστοριογράφος, υπήρξε βαθιά λυρικός. Κάθε λέξη είχε αξία για τον Καζαντζάκη.
Όταν διαβάζεις τα βιβλία του έχεις συνεχώς την εντύπωση ότι στην επόμενη σελίδα θα φανερωθεί επιτέλους “Η μεγάλη αλήθεια”.
Τις “αλήθειες” που με τόση αγωνία, έψαχνε αυτός ο τεράστιος συγγραφέας.
Στη συνέχεια, οι διάδοχοι του Καζαντζάκη δεν γράφουν μυθιστορήματα αλλά ποιήματα. Η “μικρή” Ελλάδα σε πολύ μικρή χρονική απόσταση “γεννά” τρεις τεράστιους Λογοτέχνες.
Σεφέρης, Ρίτσος και Ελύτης μας συνηθίζουν στα Νόμπελ Λογοτεχνίας και στην παγκόσμια αναγνώριση του Ελληνικού πνεύματος γι’ άλλη μια φορά.
Η συνέχεια αυτών των ποιητών δεν είναι η αναμενόμενη.
Συμβαίνει κάτι που δεν μπορώ να εξηγήσω…
Ο λυρισμός στην εποχή μας ξεπέφτει σε φθηνού τύπου Άρλεκιν λογοτεχνία, όμως εκεί σε μια λανθάνουσα πια μορφή είναι ίσως πιο δυνατός από ποτέ.
Γυρίζω στη Νατάσα.
“..Φύλλα ξερά, δέντρα σπασμένα, τα χείλη πικρά
Λόγος λυγμού, το απερίγραπτο του χωρισμού…”
Δεν μας ενοχλεί ο υπερβολικός λυρισμός του τραγουδιού.
Όχι!
Ακριβώς αυτός ο λυρισμός είναι η βάση σε όλα τα καψουροτράγουδα!
Γυρίζω μερικά χρόνια πίσω, όταν ακόμα ο λυρισμός δεν αστοχούσε!
Γυρίζω πίσω στον Ρίτσο:
Η Σονάτα του Σεληνόφωτος (απόσπασμα)
“…Θα καθίσουμε λίγο στο πεζούλι, πάνω στο ύψωμα,
κι όπως θα μας φυσάει ο ανοιξιάτικος αέρας
μπορεί να φαντάζουμε κιόλας πως θα πετάξουμε,
γιατί, πολλές φορές, και τώρα ακόμη, ακούω το θόρυβο του φουστανιού μου,
σαν το θόρυβο δυο δυνατών φτερών που ανοιγοκλείνουν,
κι όταν κλείνεσαι μέσα σ’ αυτόν τον ήχο του πετάγματος
νιώθεις κρουστό το λαιμό σου, τα πλευρά σου, τη σάρκα σου,
κι έτσι σφιγμένος μες στους μυώνες του γαλάζιου αγέρα,
μέσα στα ρωμαλέα νεύρα του ύψους,
δεν έχει σημασία αν φεύγεις ή αν γυρίζεις
ούτε έχει σημασία που άσπρισαν τα μαλλιά μου,
(δεν είναι τούτο η λύπη μου – η λύπη μου είναι που δεν ασπρίζει κ’ η καρδιά μου).
Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου.
Το ξέρω πως καθένας μοναχός πορεύεται στον έρωτα,
μοναχός στη δόξα και στο θάνατο.
Το ξέρω. Το δοκίμασα. Δεν ωφελεί.
Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου…”
Η αστοχία του συλλογικού ασυνείδητου είναι που παράγει τα σημερινά τραγούδια καψούρας και τη λογοτεχνία τύπου Άρλεκιν…
Γυρίζω τελευταία φορά στη Νατάσα
“… Κοιτάς τα φωτισμένα τρένα, διαλέγεις ένα, με παρατάς
Η απουσία προδοσία, σαν αδικία, δε μ” αγαπάς…”
Σκέφτομαι το ότι οφείλει εν μέρει την επιτυχία της στον Ρίτσο να το κάνω ανάρτηση!
———————————————————————-
Νατάσα Θεοδωρίδου – Ανήσυχος Καιρός:
Ρίτσος – Η σονάτα του σεληνόφωτος
———————————————————————-