“…Σύντροφε ανακριτά, σπεύδω πρώτα απ’ όλα να σας εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου για το χαρτί, το μελάνι και την πέννα που μου στείλατε με τον δεσμοφύλακα. Συμφωνώ απολύτως με τη διαδικασία που διαλέξατε, γιατί έτσι θα μπορέσω να καταγράψω τα γεγονότα με την ησυχία μου, χωρίς να φοβάμαι πως θα με διακόψετε, πως θα μου υποβάλετε ερωτήσεις, χωρίς δηλαδή να έχω την αίσθηση ότι τελώ υπό κράτησιν και δίνω λόγο των πράξεών μου. Διότι είναι βέβαια ολοφάνερο ότι πρόκειται για παρεξήγηση…”
Λίγο πριν το τέλος του εμφυλίου πολέμου, καλοκαίρι του 1949, μια επίλεκτη ομάδα του Δημοκρατικού Στρατού αναλαμβάνει να μεταφέρει ένα “Κιβώτιο”. Η ασφαλής μετάβαση του Κιβωτίου θα κρίνει και την έκβαση του Εμφυλίου.
Η αποστολή είναι αυτοκτονίας, επιλέγονται 40 άτομα, θα ξεκινήσουν όμως μόνο 35 αφού 5 εκτελούνται ως προδότες, πριν καν ξεκινήσει η αποστολή!
Στη διάρκεια της αποστολής η ομάδα αρχίζει σταδιακά να
χάνει τα μέλη της, μέχρι που τελικά μένει μόνος επιζών ο ήρωας του βιβλίου.
Όταν τελικά φτάνει στον προορισμό του, διαπιστώνεται πως “Το κιβώτιο” είναι άδειο και ο ήρωας μας φυλακίζεται και ανακρίνεται. Την απολογία του, την γράφει ο ίδιος με την μορφή επιστολών, σε κόλλες αναφορές.
Απολογείται χωρίς να γνωρίζει τίποτα, τόσο για την ταυτότητα του ανακριτή του, όσο κι αν τελικά ο ανακριτής διαβάζει τα όσα γράφει!
Ένας αναγνώστης θα μπορούσε εύκολα να χαρακτηρίσει “Το κιβώτιο” ως “αντί-πολεμικό” μυθιστόρημα, όμως το έργο αυτό του Αλεξάνδρου είναι κυρίως ένα μυθιστόρημα στο οποίο μεταβάλλεται συνεχώς η πραγματικότητα.
Υπάρχει η κομμουνιστική αλήθεια αλλά παράλληλα και η αλήθεια του Ελληνικού Εθνικού Στρατού. Ο ήρωας που προσχωρεί στο κομμουνιστικό κόμμα γρήγορα νιώθει ότι και εδώ τα πράγματα είναι τουλάχιστον διττά με τους δογματικούς να μάχονται με μανία τους “συντρόφους” λενινιστές.
Από την μια στιγμή στην άλλη, ανάλογα με την ομάδα που επικρατεί μέσα στο κόμμα, μπορούσε εύκολα κάποιος, από παρασημοφορημένος να βρεθεί προδότης στο εκτελεστικό απόσπασμα!
Ο ήρωας του βιβλίου ταυτίζεται συνέχεια με τον Οιδίποδα, που ανεξάρτητα από τις προθέσεις του, τελικά δεν μπόρεσε να αποφύγει την τραγωδία.
Όμως είχε πραγματικές επιλογές ο Οιδίποδας; Μήπως η μοίρα του δεν ήταν προδιαγεγραμμένη από τους χρησμούς και τους θεούς;
Σε μια αφοπλιστική απάντηση ο συγγραφέας δίνει ως μοναδική επιλογή του Οιδίποδα, αν όντως ήθελε να ματαιώσει την εκπλήρωση του χρησμού, την αυτοκτονία!
Όπως ο Οιδίποδας, έτσι και ο ήρωας του “Κιβωτίου”, αδυνατεί όχι μόνο να ελέγξει την μοίρα του, αλλά τις περισσότερες φορές αδυνατεί ακόμα και να την κατανοήσει! Η αμφισημία καραδοκεί σε κάθε σελίδα του βιβλίου και η αναζήτηση της αλήθειας καταντάει αδύνατη αλλά και μάταιη.
Στο “Κιβώτιο” τελικά ο Αλεξάνδρου ξηλώνει σελίδα, σελίδα την εθνική ταυτότητα, την κομματική ταυτότητα, για να προσχωρήσει στο τέλος εκεί που ανήκει δικαιωματικά, στο ανύπαρκτο κόμμα των ποιητών!
Ο Άρης Αλεξάνδρου κατάφερε έτσι στο μοναδικό μυθιστόρημα του, που ολοκληρώθηκε το 1972 μετά από εφτά χρόνια συγγραφής, να μας δώσει τίποτε λιγότερο από ένα υπέρ-μυθιστόρημα!
“…Όλα αυτά είναι προφάσεις, αν πράγματι δεν ήθελες να επαληθεύσει ο χρησμός, αν πράγματι δεν ήθελες να εκτελέσεις την έμμεση αλλά σαφή διαταγή μου, όπως προτιμάς να λες με τις λέξεις θα παίζουμε τώρα; αν πράγματι δεν ήθελες να σκοτώσεις τον πατέρα σου, υπήρχε τρόπος, αρκεί να το αποφάσιζες, βγαίνοντας απ’ το Μαντείο, να σκοτωθείς επί τόπου, παρ’ όλα αυτά το ξέχασα, δεν έκρυψα το κυάνιο στον επίδεσμο κι αν νομίζετε λοιπόν πως θα γεμίσει το κιβώτιο με το πτώμα μου, τι περιμένετε και δε με στήνετε στα έξη βήματα, στον τοίχο, ή μάλλον στη σιδερένια, δίφυλλη πόρτα;…”