Ο Καζαντζάκης και το χαμένο Νόμπελ…

Η ματαίωση της απονομής του Νόμπελ στον Καζαντζάκη υπήρξε ένας ακόμα “ελληνικός άθλος”.
Για μια δεκαετία σχεδόν ο μεγάλος αυτός κρητικός συγγραφέας “φλέρταρε” με το βραβείο Νόμπελ.
Ο Καζαντζάκης όμως, τόσο για το Ελληνικό κράτος όσο και για την εκκλησία της Ελλάδος, όλο εκείνο το διάστημα είναι μισητό πρόσωπο (κομμουνιστής, άθεος και ο διαφθορέας των νέων), γι’ αυτό και θα επιστρατεύσουν κάθε μέσο ενάντια στη βράβευσή του!
Το 1956 όλα έδειχναν ότι επιτέλους θα το κερδίσει. Τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς είχε αποσπάσει το Βραβείο Ειρήνης, αλλά στην απονομή, που πραγματοποιήθηκε στη Βιέννη, δεν παραβρέθηκε κανείς Έλληνας επίσημος….
Ενδεικτικά θα αναφέρω μερικές παρασκηνιακές κινήσεις εναντίον του Καζαντζάκη από τον Σπύρο Μελά, αλλά και την βασίλισσα Φρειδερίκη.
Ο Μελάς ταξίδεψε ως εκπρόσωπος της Ακαδημίας και της Εταιρίας Ελλήνων Συγγραφέων μέχρι την Στοκχόλμη διαβάλλοντας τον Καζαντζάκη, όχι μόνο στην επιτροπή απονομής αλλά και στον Σουηδό βασιλέα, ο οποίος απονέμει τα βραβεία, προειδοποιώντας τους ότι τυχόν βράβευση του κομμουνιστή θα ξεσήκωνε θύελλα στην Ελλάδα.
Η βασίλισσα Φρειδερίκη έγραψε επιστολή στον βασιλιά της Σουηδίας, συμβουλεύοντάς τον να μην δοθεί το Νόμπελ “σε ριζοσπαστικούς Έλληνες, γιατί κάτι τέτοιο θα είναι βλαβερό για την ειρηνική πολιτική των Αγγλοσαξόνων”
Τελικά το βραβείο Νόμπελ, το 1956, το κέρδισε ο Ισπανός ποιητής Χιμένεθ, με δύο ψήφους διαφορά!
Την επόμενη χρονιά, το 1957, ο Νίκος Καζαντζάκης θα έχανε για δεύτερη φορά το Nobel Λογοτεχνίας από τον Αλμπέρ Καμύ αυτή τη φορά.
Ο Καζαντζάκης, άρρωστος στην Πανεπιστημιακή Κλινική της Δανίας, έστειλε τηλεγράφημα στον Καμύ, συγχαίροντάς τον για την επιτυχία του.
Ήταν το τελευταίο μήνυμα που έστειλε σε φίλο. Λίγες μέρες μετά θα έφευγε από τη ζωή.
Δύο χρόνια μετά, το 1959, ο Καμύ με τη σειρά του έγραψε το παρακάτω γράμμα στη γυναίκα του Καζαντζάκη:
“Κυρία, πολύ λυπήθηκα που δεν μπόρεσα να έρθω στην πρόσκλησή σας. Είχα πάντα μεγάλο θαυμασμό και αν το επιτρέπετε, ένα είδος στοργής για το έργο του συζύγου σας. Είχα τη χαρά να αποδείξω και δημοσία στην Αθήνα αυτόν μου τον θαυμασμό, τον καιρό που η επίσημη Ελλάδα έκαμε “μούτρα” στον πιο μεγάλο της συγγραφέα. Ο τρόπος που δέχτηκε το ακροατήριο – οι περισσότεροι φοιτητές – τη μαρτυρία μου, αποτελούσε την πιο όμορφη αναγνώριση, που μπορούσε να λάβει το έργο και η δράση του συζύγου σας.
Κι ακόμα δεν ξεχνώ πως τη μέρα που λυπόμουν να δεχτώ μια τιμή, που ο Καζαντζάκης άξιζε εκατό φορές περισσότερο, έλαβα ένα του τηλεγράφημα από τα πιο θερμά. Λίγο υστερότερα κατάλαβα με τρόμο πως το μήνυμα αυτό ήταν γραμμένο λίγες μέρες προτού πεθάνει. Μαζί του χάθηκε ένας από τους τελευταίους μεγάλους καλλιτέχνες. Είμαι από εκείνους που αισθάνονται και θα εξακολουθήσουν να αισθάνονται το μεγάλο κενό που άφησε”…
Ο Καζαντζάκης τελικά δεν πήρε ποτέ το Νόμπελ , όπως άλλωστε δεν το πήρε ούτε ο Προυστ, ο Τζόις, ο Ναμπόκοφ, ο Μπόρχες, ο Τσέχοφ, ο Τζέιμς, ο Κάφκα, ο Μούζιλ, ο Έκο, ο Κούντερα…
Στις 26 Οκτωβρίου του 1957, ο Νίκος Καζαντζάκης, σε ηλικία 74 χρόνων, θα αφήσει την τελευταία του πνοή στο Φράιμπουργκ της Γερμανίας, όπου νοσηλευόταν με πολλαπλά προβλήματα υγείας.
Λίγες μέρες μετά, η σορός του μεταφέρεται στην Αθήνα και ο Μητροπολίτης Αθηνών Θεόκλητος απορρίπτει αίτημα της οικογένειας για να τεθεί σε λαϊκό προσκύνημα. Η εκκλησία ούτε μπροστά στο θάνατο δεν φαίνεται να μπορεί να φανεί “γενναιόδωρη” μαζί του!
Με δική του επιθυμία στον τάφο του χαράχτηκε η παρακάτω επιγραφή:
“…Δεν ελπίζω τίποτα. Δεν φοβούμαι τίποτα. Είμαι λέφτερος…”
Για μένα ο Νίκος Καζαντζάκης υπήρξε ο ήρωας των εφηβικών μου χρόνων. Από το γυμνάσιο ακόμα είχα διαβάσει όλα τα βιβλία του και τα είχα κάνει πρότυπα αναφοράς σε οτιδήποτε σχεδόν πίστευα τότε.
Λίγα χρόνια αργότερα, πέρασα και την φάση αποδόμησής του… Είπα τότε, πράγματα που τώρα ντρέπομαι να γράψω.
Σήμερα, με αφορμή το κείμενο που έγραψα, για τον μεγαλύτερο λογοτέχνη της σύγχρονης Ελλάδος, γύρισα για λίγο πίσω στο χρόνο, στην ηλικία που ήμουν ακόμα 15 χρόνων και κράταγα με δέος την αναφορά στο Γκρέκο και διάβαζα “…Φτάσε όπου δεν μπορείς…”