Ένας ύμνος της τεμπελιάς…

Για πολλά χρόνια ζούσα με το περίφημο απόφθεγμα:
“…Ποτέ μην αναβάλεις για αύριο κάτι που μπορείς να κάνεις σήμερα…” (Βενιαμίν Φραγκλίνος)
Αν και φαίνεται λογικά σωστή και μάλλον είναι η πιο αποδεκτή λύση για να αντιμετωπίζεις τα ζητήματα της καθημερινότητας, σε μένα δεν δούλευε σωστά…
Πολλές μέρες από το άγχος μου δεν μπορούσα να κοιμηθώ και τα μουδιάσματα στο χέρι μου ήταν σχεδόν καθημερινό φαινόμενο…
Αποφάσισα, λοιπόν, να εξετάσω το ζήτημα και πάλι.
Διάβασα ξανά το απόφθεγμα και είπα να επέμβω λίγο στη δομή του και να κάνω μερικές τροποποιήσεις, συνήθεια που μάλλον μου είχε μείνει από την εποχή που είχα ασχοληθεί με τη συγγραφή κώδικα…
Σκέφτηκα να αρχίσω να ακολουθώ το παρακάτω ελαφρώς τροποποιημένο μοτίβο:
“Ποτέ μην κάνεις σήμερα κάτι που μπορείς να αναβάλεις για αύριο…” (Περισανίδης Γιώργος)
Μην βιαστείς να το κρίνεις σαν επιπόλαιο. Έλα να δούμε την ουσία.
Το νέο μοτίβο σε “αναγκάζει” να ασχοληθείς μόνο με τα πραγματικά ζωτικά θέματα που έχεις και ίσως δεν θες να δεις ή πάντα μπλέκεις τα ζητήματα της καθημερινότητας ώστε να μην τα αντιμετωπίσεις…
Αν ξαφνικά η καθημερινότητα δεν ήταν τόσο σημαντική;
Πόσο χρόνο σπαταλάμε την ημέρα για να οργανώσουμε μια εντελώς ασήμαντη καθημερινότητα, που 10 χρόνια από σήμερα δεν θα έχει καμία αξία για μας;
Αν σκέφτεσαι ότι όλα αυτά μοιάζουν με πολύ ωραίες δικαιολογίες για να μην κάνεις τίποτε, έχεις δίκιο. Αυτό είναι!
Ποιός, όμως, έδωσε αξία στην εργασία; Μόλις 200 χρόνια πίσω το να δουλεύει ένας αριστοκράτης Γάλλος θα ήταν κάτι πολύ ντροπιαστικό. Αυτό άλλαξε με την Βιομηχανική Επανάσταση.
Σήμερα επιβραβεύουμε την εργασία… Τα συνδικάτα την αποκαλούν ιερό δικαίωμα… Γιατί;
Αν πρέπει να διασφαλίσουμε κάτι σε όλους τους συνανθρώπους μας, θα πρέπει να είναι αυτά:
Σίτιση, Ρουχισμός, Στέγη, Περίθαλψη και Παιδεία.
Αν, αφού έχει διασφαλίσει όλα τα παραπάνω, θέλει ακόμα κάποιος να εργαστεί, θα πρέπει να έχει αυτό το δικαίωμα…
Ο Κούντερα δίνει μια από τις δυνατές περιγραφές της σημερινής αντιμετώπισης του τεμπέλη:
“…Α, πού πήγαν οι παλιοί αργόσχολοι; Πού είναι αυτοί οι φυγόπονοι ήρωες των λαϊκών τραγουδιών, αυτοί οι πλάνητες που χαζεύουν από μύλο σε μύλο και κοιμούνται στο ύπαιθρο;
Άραγε χάθηκαν μαζί με τους χωματόδρομους, μαζί με τα λιβάδια και τα ξέφωτα, μαζί με τη φύση; Μια τσέχικη παροιμία δίνει τον ορισμό της γλυκιάς απραξίας τους με μια μεταφορά: κοιτάζουν τα παράθυρα του καλού Θεού. Όποιος κοιτάζει τα παράθυρα του καλού Θεού δεν βαριέται, είναι ευτυχής. Στον κόσμο μας η αργία μεταβλήθηκε σε αεργία, που είναι τελείως άλλο πράγμα: ο άεργος είναι στερημένος, βαριέται, αναζητάει μονίμως την κίνηση που του λείπει.
Κοιτάζω στο καθρεφτάκι: πάντα το ίδιο αυτοκίνητο, που δεν μπορεί να με προσπεράσει εξαιτίας της αντίθετης κυκλοφορίας. Πλάι στον οδηγό κάθεται μια γυναίκα. Γιατί δεν της διηγείται κάτι αστείο; Γιατί δεν ακουμπάει την παλάμη του στο γόνατό της; Απεναντίας, αναθεματίζει τον αυτοκινητιστή μπροστά του που δεν τρέχει γρήγορα, και η γυναίκα δεν σκέφτεται κι εκείνη να αγγίξει τον οδηγό με το χέρι, σοφάρει νοερά μαζί του και με αναθεματίζει κι αυτή…” (Milan Kundera)
Στην Ελλάδα, σήμερα, έχουμε συνηθίσει να υμνούμε την Αρχαία Ελλάδα και τον πολιτισμό που παρήγαγε. Αναρωτιέμαι, τον Διογένη ή τον Σωκράτη πώς θα τους αντιμετωπίζαμε, αν ζούσαν στο παρόν μας;
Στις επιστήμες, από το μήλο του Νεύτωνα και μετά, είναι κοινώς αποδεκτό ότι πολλές φορές για να λύσεις ένα περίπλοκο πρόβλημα, αυτό που πρέπει να κάνεις είναι να σταματήσεις να ασχολείσαι με αυτό:
“… ‘Ένα πρόβλημα…διαλευκαίνεται ξαφνικά όταν δεν διερευνάται πλέον, πιθανώς επειδή δεν διερευνάται πλέον, και όταν το μόνο που προσδοκά κανείς είναι να αναπαυθεί και να χαλαρώσει για λίγο.
Αυτό το γεγονός θα μπορούσε να αποδείξει – και φοβάμαι πως οι νωθροί άνθρωποι θα κάνουν κακή χρήση αυτού του συμπεράσματος – ότι η ανάπαυση είναι η απαραίτητη προϋπόθεση της εργασίας…” (Jacques Hadamard)
Δεν ξέρω αν υπάρχει ο χρόνος!
Από την εποχή του Einstein και μετά έχει ανοίξει ένα νέο πεδίο αντιμετώπισης του θέματος…
Ξέρω ότι δεν υπάρχει “ελεύθερος” χρόνος. Είναι μια εφεύρεση της εποχής μας ώστε να αξιοποιεί τον δικό σου χρόνο για δικό της μάλλον όφελος.
Ένα δικαίωμα, για το οποίο ίσως θα έπρεπε να αγωνιστούμε σήμερα, είναι αυτό: να σπάσουμε τα σύγχρονα δεσμά των ρολογιών και της υποχρεωτικής εργασίας.
Ας βγάλουμε από το περιθώριο αυτούς που δεν θέλουν να εργαστούν.
Αλήθεια, αν αύριο με νόμο διασφαλιζόταν για όλους τους Έλληνες Σίτιση, Ρουχισμός, Στέγη, Περίθαλψη και Παιδεία εντελώς ΔΩΡΕΑΝ, πόσοι από εμάς θα πηγαίναμε για δουλειά την επόμενη μέρα;
Πηγές: Βραδύτητα του Μίλαν Κούντερα, Η ψυχολογία της επινόησης στα μαθηματικά του Hadamard Jacques.