Ζούμε σε μια εποχή που ο κόσμος διαβάζει. Διαβάζει περισσότερο μάλλον από οποιαδήποτε άλλη εποχή. Οι περισσότεροι περνάμε τον χρόνο μας σε σελίδες κοινωνικής δικτύωσης όπου εκτός από την επικαιρότητα, πολιτικές ειδήσεις, αθλητικές ειδήσεις, περίεργες ειδήσεις κτλ. διαβάζουμε κυρίως απόψεις και σχόλια φίλων μας και οτιδήποτε άλλο περνά μπροστά από το χρονολόγιο μας.
Την προηγούμενη δεκαετία είχε γνωρίσει ανάπτυξη ένα είδος λογοτεχνίας που αυθαίρετα την είχα ονομάσει “τύπου reality”. Μια λογοτεχνία που είχε βρει ένα κοινό κυρίως σε γυναίκες, συνήθως πάνω από 35 που ακόμα τότε δεν είχαν γραφτεί σε σελίδες κοινωνικής δικτύωσης. Σταδιακά και αυτό το κοινό όσο ερχόταν πιο πολύ σε επαφή με την τεχνολογία και τις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης τόσο απομακρυνόταν από το βιβλίο. Έτσι φτάσαμε στο σήμερα, που ουσιαστικά δεν υπάρχει πια κοινό για την λογοτεχνία. Δεν διαβάζει πια σχεδόν κανείς!
Σήμερα έχει χαθεί και ένας σημαντικό κρίκος με το μυθιστόρημα των προηγούμενων χρόνων. Στα βιβλία εκείνα ο αναγνώστης συχνά θα συναντήσει έναν “φανταστικό” διάλογο ανάμεσα σε συγγραφείς. Ο μυθιστοριογράφος δεν έκρυβε ούτε τις επιρροές που είχε από άλλους συγγραφείς αλλά ούτε και τις διαφωνίες του! Ο σημερινός συγγραφέας δεν κάνει τέτοιο διάλογο, πιθανότατα γιατί δεν έχει διαβάσει άλλους συγγραφείς! Άλλη μια παραδοξότητα της εποχής:
Συγγραφείς που έχουν διαβάσει μόνο τα βιβλία τους!
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καθημερινά στήνουν μια γιορτή του έρωτα, στην οποία αυτός που δεν συμμετέχει σε αυτήν αισθάνεται απρόσκλητος επισκέπτης σε ένα φαντασμαγορικό πάρτι, που το παρακολουθεί αμέτοχος από μια κλειδαρότρυπα. Κάπου εδώ ξεκινά το παράδοξο του έρωτα της εποχής των Social Media. Οι ήρωες μου δεν ξέρουν να διαχειριστούν το τέλος του έρωτα που το βιώνουν σχετικά γρήγορα, ενώ όλοι στην γιορτή τον παρουσιάζουν ως αιώνιο. Στέκουν με αμηχανία στο τέλος του έρωτα, δεν έχουν κάποιο εγχειρίδιο, κάποιον οδηγό να το εξηγήσουν και δεν ξέρουν αν φταίνε οι ίδιοι ή αν κάτι πήγε στραβά… Η ψηφιακή τελειώνει και αυτή το ίδιο απότομα, όπως και ο έρωτας, και είναι εξίσου σύντομη, όπως και αυτός σήμερα.
«Είναι η αποστολή του έρωτα να πεθάνει και να παραχωρήσει τη θέση του στην αγάπη», γράφω κάπου μέσα στο “Ρεφρέν”.
Το “Ρεφρέν” ακολουθεί την διαδρομή που ξεκίνησε με την Ψηφιακή, της μετατροπής του αιώνιου έρωτα σε στιγμιαίο σήμερα και τον μετουσιώνει σε αγάπη.
“…Γιατί νομίζεις λένε ότι οι παλιές αγάπες πάνε στον παράδεισο; Γιατί αν μπορεί να υπάρξει άδολη αγάπη, είναι αυτή που θα συναντήσεις στο τέλος του έρωτα. Αν μπορέσουμε να τον μεταβάλλουμε σε αγάπη, έχει εκπληρώσει την αποστολή του!…”
***Το παζλ
Το επίπεδο ευκολίας του “παζλ” με το οποίο θα βρεθεί αντιμέτωπος ο αναγνώστης, εξαρτάται μόνο από την διάθεση που θα δείξει για να το ψάξει!
Για να ολοκληρωθεί το κείμενο μου, όπως πρέπει, θα γυρίσουμε στον αρχικό προβληματισμό με τον οποίο ξεκίνησε!
Μια γρήγορη απάντηση αν είσαι άντρας είναι ότι θα έχεις περισσότερες κατακτήσεις στο γυναικείο φύλο! Πάντα ένας άντρας που ξέρει να μιλάει για τέχνη θα είναι πιο ελκυστικός από κάποιον που γνωρίζει μόνο αθλητικά.
Μια πιο σοβαρή απάντηση είναι ότι το βιβλίο μπορεί να σου δώσει μια συσσωρευμένη εμπειρία χρόνων. Φαντάσου ότι έχεις μεταφερθεί στο χρόνο και είσαι Έλληνας στρατιώτης στον Τρωικό πόλεμο που μόλις έχει ξεκινήσει και μάχεσαι στην πρώτη γραμμή με πολλές πιθανότητες να πεθάνεις από στιγμή σε στιγμή! Φαντάσου τώρα να έχεις διαβάσει την ιστορία του Δούρειου Ίππου όπως αναφέρεται στον Βιργίλιο. Θα γλυτώσεις χρόνο, πολλές ανθρώπινες ζωές και μάλλον και την δική σου επειδή θα έχεις γνώση κερδισμένη από εμπειρίες άλλων.
Μια επίσης σοβαρή απάντηση είναι ότι μέσα από το βιβλίο έχεις την δυνατότητα να δραπετεύσεις
πλήρως σε μια εικονική πραγματικότητα
Η επιστήμη ισχυρίζεται ότι: (Αντιγράφω από Το Παζλ):
“… Έχει αποδειχθεί, βάση της Νευροεπιστήμης, ότι κατά την ανάγνωση μιας πλοκής ενός βιβλίου διεγείρονται διάφορες περιοχές του εγκεφάλου ενός αναγνώστη. Το περίεργο είναι ότι εάν αυτό ακριβώς που διάβασε ο αναγνώστης του συνέβαινε στην πραγματική ζωή, θα διεγείρονταν πάλι οι ίδιες ακριβώς περιοχές. Ο εγκέφαλος δεν μπορεί να κάνει διαχωρισμό μεταξύ ενός αληθινού γεγονότος και ενός μυθιστορηματικού. Οι άνθρωποι που διαβάζουν συχνά μυθιστορήματα, δραπετεύουν πλήρως σε μια εικονική πραγματικότητα…”
Και επειδή μπορεί ακόμα να μην σε έχω πείσει, κράτησα για το τέλος τον λόγο που εγώ διαβάζω μυθιστορήματα:
Το μυθιστόρημα έχει χαρακτηριστεί ως η τέχνη της αμφισημίας. Στη χώρα του μυθιστορήματος τίποτε δεν είναι δεδομένο. Η Άννα Καρένινα μπορεί να αυτοκτονήσει από μια σκέψη, χωρίς ποτέ η αυτοκτονία να της έχει περάσει ως τότε σαν ενδεχόμενο από το μυαλό. Πιστεύω ότι η εξερεύνηση της ανθρώπινης φύσης μόνο κάτω από αυτό το πρίσμα είναι δυνατή. Η τέχνη που μπορεί να φωτίσει όλες τις πτυχές τις ανθρώπινης ύπαρξης με όλες τις αντιθέσεις που μπορεί να συνυπάρχουν είναι το μυθιστόρημα.
Ο διάλογος που έχει ξεκινήσει η τέχνη του μυθιστορήματος με όλα τα μεγάλα θέματα που απασχολούν τον άνθρωπο, είναι ένας διάλογος χωρίς δόγματα και χωρίς να ισχυρίζεται ότι γνωρίζει την αλήθεια. Στο τέλος της εξίσωσης ίσως η λύση έχει περισσότερες από μια μεταβλητές που να την επαληθεύουν.
Πείτε μου αλήθεια, ποια επιστήμη έχει καταφέρει να προσεγγίσει τον έρωτα καλύτερα από ότι ο Θερβάντες στον Δον Κιχώτη;